εκκρίνω

εκκρίνω
(AM ἐκκρίνω)
παράγω υγρό το οποίο αποβάλλεται («εκκρίνω ιδρώτα»)
αρχ.
1. αποχωρίζω, ξεχωρίζω
2. χωρίζω
3. αποκλείω, αποβάλλω
4. καταδικάζω
5. αναδίδω, βγάζω
6. (για φάρμακο) παρασύρω, βγάζω.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • εκκρίνω — βλ. πίν. 172 (μόνο στον ενεστ. και στον πληθ. του παρατατ.) …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • ἐκκρίνω — ἐκκρί̱νω , ἐκκρίνω single out aor subj act 1st sg ἐκκρί̱νω , ἐκκρίνω single out pres subj act 1st sg ἐκκρί̱νω , ἐκκρίνω single out pres ind act 1st sg ἐκκρί̱νω , ἐκκρίνω single out aor ind mid 2nd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εκκρίνω — εκκρίθηκα, μτβ. (για ζωντανούς οργανισμούς), βγάζω υγρές ουσίες από το εσωτερικό του σώματός μου με ειδικούς εξαγωγικούς μικρούς σωλήνες ή με τους πόρους μου: Εκκρίνω ιδρώτα. – Εκκρίνω γάλα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἐκκρῖνον — ἐκκρίνω single out pres part act masc voc sg ἐκκρίνω single out pres part act neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • απεκκρίνω — εκκρίνω κάποιο υγρό …   Dictionary of Greek

  • ἐκκεκρικώς — ἐκκρίνω single out perf part act masc nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκκεκριμένη — ἐκκρίνω single out perf part mp fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκκεκριμένην — ἐκκρίνω single out perf part mp fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκκεκριμένης — ἐκκρίνω single out perf part mp fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκκεκριμένοι — ἐκκρίνω single out perf part mp masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”